słownik niemiecko - grecki

Deutsch - ελληνικά

mit po grecku:

1. με με


Κανείς δεν με καταλαβαίνει.
Ο ορισμός της "οικογένειας" έχει αλλάξει με τα χρόνια.
Ο συναγερμός της αστυνομίας ξεκίνησε το βράδυ και τελείωσε τα ξημερώματα, με την σύλληψη του δράστη.
Η Ελληνική Επανάσταση τελείωσε με την δημιουργία ενός μικρού Ελληνικού Κράτους στην άκρη της Βαλκανικής.

Greckie słowo "mit" (με) występuje w zestawach:

Lektion 3 Kb.S. 46 u. S. 47